- ὑπομνηστικόν
- ὑπομνηστικόςawakening the recollectionmasc acc sgὑπομνηστικόςawakening the recollectionneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ακρόστιχον — Φορολογία των Βυζαντινών, που επιβαλλόταν στην έγγεια ιδιοκτησία. Οι φορολογούμενοι καταγράφονταν στο λεγόμενο υπομνηστικόν κατάστιχον, που κρατούσε ο γενικός λογοθέτης. Ήταν τακτική εισφορά και εκείνος που δεν «εισεκόμιζε» το ποσό που του… … Dictionary of Greek
λύσιμος — λύσιμος, ον (Α) [λύω] 1. ικανός να λύνει 2. ικανός να ανακουφίζει 3. αυτός που μπορεί να τόν εξαγοράσει κάποιος 4. (για συλλογισμό) αυτός που μπορεί να ανασκευαστεί, να ανατραπεί 5. αυτός που χρειάζεται ερμηνεία («διὰ τὰ λύσιμα τῶν νόμων… … Dictionary of Greek
υπαναγνωστικόν — τὸ, ΜΑ [ὑπαναγιγνώσκω] (κατά το λεξ. Σούδα) «ὑπομνηστικόν» μσν. οτιδήποτε πρέπει να διαβαστεί μεγαλοφώνως («ὑπαναγνωστικὸν καθαιρέσεως καὶ ἀναθεματίσεως ἡμῶν», Στουδ. Θεόδ.) … Dictionary of Greek
υπομνηστικός — ή, ό / ὑπομνηστικός, ή, όν, ΝΜΑ [ὑπομιμνήσκω] αυτός που υπενθυμίζει κάτι ή αυτός που χρησιμεύει για υπόμνηση μσν. προειδοποιητικός μσν. αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ ὑπομνηστικόν υπόμνημα αρχ. 1. ιατρ. αυτός που προξενεί κάτι 2. το ουδ. ως ουσ. διαταγή … Dictionary of Greek
Ακομινάτος — Επίθετο που αποδίδεται στους αδελφούς Μιχαήλ και Νικήτα Χωνιάτη. 1. Μιχαήλ Χωνιάτης (Χώνες Φρυγίας 1138; – μονή Προδρόμου Βοδονίτσης Λοκρίδας 1222;). Λόγιος και μητροπολίτης Αθηνών. Μετά τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη διετέλεσε γραμματέας… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek